Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ή ΑΗ ΣΥΜΙΟΣ

Στις παρυφές του Αρακύνθου ή Ζυγού μέσα σε μια κατάφυτη περιοχή από άγρια βλάστηση και πεύκα, το 1740 χτίστηκε το μοναστήρι του Αγίου Συμεών ή Αη Συμιού (κατά την τοπολαλιά). 


                                                                     (εικόνες από το διαδίκτυο)
Βρίσκετε 8 χιλ. από το Μεσολόγγι (3 χιλ. από το σπίτι μου) και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορίας της περιοχής. Στην θέση που υπάρχει σήμερα ένας πελώριος σταυρός (φόρος τιμής των σφαγιασθέντων που χτίστηκε το 1937), δίπλα στην μονή, ο Καραϊσκάκης θα περίμενε τους καταδιωκόμενους και κουρασμένους Μεσολογγίτες που θα πραγματοποιούσαν την έξοδο για τους καλύψει "τις πλάτες" από τον Τουρκικό στρατό που τους καταδίωκε, έχοντας για συνθηματικό το άναμα  φωτιών.
                                                      (εικόνα από το διαδίκτυο)
Το σχέδιο προδόθηκε και τελικά τους περίμεναν οι Τούρκοι. Οι Μεσολογγίτες σύμφωνα με το σχέδιο μόλις είδαν τις φωτιές εξαντλώντας και την τελευταία ικμάδα της δύναμής τους, μετά την πολύωρη μάχη, έτρεξαν για προστασία προς το μοναστήρι, στο σημείο του Σταυρού. Εκεί δέχτηκαν και το τελειωτικό χτύπημα και λίγοι, κατόρθωσαν να γλυτώσουν εκμεταλλευόμενοι το σκοτάδι και τις πλαγιές του Ζυγού.
Όπως έχω αναφέρει και παλιότερα, ο παππούς μου είχε αφηγηθεί πως όταν ήταν μικρός (γεν 1895), μετά την βροχή οι γονείς του του έδιναν ένα υφαντό σακούλι και μάζευαν βόλια από την μάχη και τα πουλούσαν για μολύβι.
Αυτή την σύντομη περιγραφή- εισαγωγή την έκανα για σας δώσω να καταλάβετε τι σημαίνει για τον Μεσολογγίτη αυτό το μοναστήρι.
Από παιδάκι θυμάμαι τον εκλιπόντα πατέρα μου, κρατώντας με από το χέρι να πηγαίνουμε για να προσκυνήσουμε στο μοναστήρι, 2-3 Φεβρουαρίου και του Αγίου Πνεύματος, που γίνονται και ισάριθμα πανηγύρια. Κάθε φορά που πηγαίνω στα αυτιά μου ηχούν οι ζυγιές (δύο ζουρνάδες και ένα νταούλι ανά παρέα) και οι φωνές των πανηγυριωτών και τα  καλέσματά τους, "έλα ρε Γιάννη να σε κεράσουμε...''.
Το γλέντι απλό και αγνό σαν τις μορφές τους. Άνθρωποι φτωχοί, εργάτες και ψαράδες οι περισσότεροι με σκαμμένα τα πρόσωπά τους από τον ήλιο και την κούραση μα οι ψυχές τους έκρυβαν την "γλύκα όλη" .   Ξεφάντωναν και γελούσαν από την καρδιά τους , "γλεντούσαν όπως έλεγαν".
Πολλές και όμορφες οι θύμησες και τι να πρωτοδιηγηθώ από αυτή την μονή και το υπέροχο περιβάλλοντα χώρο!Κουρασμένοι και ιδρωμένοι, ξαποστέναμε πιτσιρικάδες όταν πηγαίναμε βόλτα με τα ποδήλατα, κάτω από τον παχύ ίσκιο των αιωνόβιων πλάτανων, μετά την κοπιαστική ανηφοριά.
Στην μνήμη του πατέρα μου διάλεξα αυτό το μοναστήρι για να ακούσει για πρώτη φορά ο γιός μου το όνομά του "Γιάννης".
Πριν μερικές μέρες όμως όλα  άλλαξαν, μαζί και το τοπίο. Όπως θα ακούσατε από τα ΜΜΕ μια μεγάλη πυρκαγιά κατέκαψε τα πάντα . Στην περιοχή του Αγίου Θωμά μόνο κάηκαν 20.000 ελαιόδενδρα,  ολόκληρο το πευκοδάσος του Αη Συμιού και μερικές εκατοντάδες μελίσσια που υπήρχαν σ΄αυτό.
Η καταστροφή τεράστια , μα σαν πήγα στο μοναστήρι ένιωσα θλίψη, από το αποκρουστικό θέαμα. Τα πάντα κάηκαν πλην της μονής.



(πατήστε πάνω στις εικόνες για να δείτε την καταστροφή)
Αυτή τη φορά δεν "άκουσα" τη '' ζυγιά ", ούτε τα πουλιά να  κελαηδούσαν. Νεκρική σιγή και η μυρουδιά του καμένου διάχυτη παντού. Πάγωσε το αίμα στις φλέβες μου όταν είδα όλα αυτά. Δεν έχω λόγια να περιγράψω τα συναισθήματά μου, γιατί μάλλον δεν ένιωθα τίποτα, απλά  πάγωσα. Ένα σκιουράκι διέσχισε τον χώρο και πανικόβλητο σκαρφάλωσε σε ένα μισοκαμμένο πλάτανο. Δεν είχα το κουράγιο για να το φωτογραφίσω μα μόνο αρκέστηκα να κάνω μερικά βήματα και να απομακρυνθώ από τον χώρο για να του μειώσω το στρες της παρουσίας μου.

Την σιωπή έσπασε ο θόρυβος ενός κινητήρα και μετά  από λίγο έκανε την εμφάνιση του ένα αυτοκίνητο, πάρκαρε πολύ κοντά μου και υποβασταζόμενος κατέβηκε ένας γηραιός άνδρας. Σήκωσε το κεφάλι του και αγνάντεψε γύρω του χωρίς να μιλάει για αρκετή ώρα. Με κοίταξε με ένα βλέμμα κενό και είδα ότι τα μάτια του ήταν υγρά και το σαγόνι του έτρεμε.
 Κατόπιν έστρεψε αργά το βλέμμα του προς την μονή και με τρεμάμενη φωνή, που μόλις ακούγονταν ψέλλισε "γιατί Θεέ μου με αξίωσες μα το ζήσω αυτό... ".
Τα τελευταία του λόγια πνίγηκαν από τους λυγμούς κάνοντάς μας όλους να δακρύσουμε. Οι συνοδοί του προσπάθησαν να τον παρηγορήσουν και μετά από λίγο αφού μας κοίταξε όλους με ίδιο κενό βλέμμα , σαν κάτι να αναπολούσε, μας είπε "αν ξέρατε τι έξω ζήσει εδώ πάνω" και απευθυνόμενος προς τον οδηγό του οχήματος λέει  "πάμε, δεν ξανάρχομαι ποτέ ξανά".




Έμεινα για πολλή ώρα ακόμα μόνος προσπαθώντας να ακούσω τους γνώριμους ήχους αλλά μάταια. Η ατέλειωτη σιωπή κάλυψε τα πάντα.
 Περπατώντας προς το αυτοκίνητό μου έντονα συναισθηματικά φορτισμένος ένα μεσολογγίτικο τραγούδι ήρθε στο μυαλό μου,
 " Πάμε καλές αντάμωσες,
   πάλε ν΄ανταμωθούμε
   στον Αη Συμιό στον πλάτανο
   και στην κρύα βρυσούλα...." 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου